Thursday, October 6, 2011

ΔΕΛΤΙΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗΣ

Μελβούρνη 5 Οκρωβρίου 2011


Η Πανηπειρωτική Ομοσπονδία Αυστραλίας επικροτεί και υποστηρίζει την απόφαση της Δ.Ε.Ε.Ε.Μ «Ομόνοια» και του Κόμματος Ένωση Ανθρωπινών Δικαιωμάτων (ΚΕΑΔ), να απέχουν από την επικείμενη απογραφή πληθυσμού στην Αλβανία, εφόσον αυτή δεν πληροί τις προϋποθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί εθνικών μειονοτήτων, και στοχεύει στη συρρίκνωση και τον αφανισμό του ελληνισμού στις προαιώνιες εστίες του, στη Βό...ρειο Ήπειρο.Μία «απογραφή» που παραχαράσσει και ποινικοποιεί την αρχή του αυτοπροσδιορισμού, που συντελείται με την παραβίαση της αρχής της ελεύθερης βουλήσεως και που σκοπό έχει να αλλοιώσει και να παραποιήσει την δημογραφική και εθνογραφική πραγματικότητα της Βορείου Ηπείρου δεν μπορεί παρά να είναι απαράδεκτη για τους απανταχού της γης Ηπειρώτες.Η γενναία απόφαση της Δ.Ε.Ε.Ε.Μ «Ομόνοια» και του Κόμματος Ένωση Ανθρωπινών Δικαιωμάτων (ΚΕΑΔ) ας αποτελέσει αφετηρία αγώνων όλων των Ηπειρωτών για την διεκδίκηση μια δίκαιης και σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές απογραφή.

Κωνσταντίνος Καλυμνιός
Γραμματέας.

Thursday, August 18, 2011

PFA LECTURE ON NORTHERN EPIRUS ISSUE



Στα πλαίσια των σεμιναρίων Ελληνικής Ιστορίας και Πολιτισμού που διεξάγονται στην Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Μελβούρνης και Βικτώριας, την Πέμπτη 18 Αυγούστου 2011, ο γραμ΄ματέας της ΄Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας Αυστραλίας, Κώστας Καλυμνιός έδωσε διάλεξη με θέμα: "Το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα - Ιστορικό και Εξελίξεις." Το πολυπληθές ακροατήριο, το οποίο απαρτίζονταν κυρίως από νέους της δεύτερης και τρίτης γενιάς προβληματίστηκε και ευαισθητοποιήθηκε για την συνεχόμενη κατάσταση στη Βόρειο Ήπειρο, την άγρια δολοφονία του Αριστοτέλη Γκούμα στη Χειμάρρα και ιδιαίτερα για το γεγονός ότι το ζήτημα αυτό δεν λαμβάνει τη δημοσιότητα που του αρμόζει.


Η Πανηπειρωτική Ομοσπονδία Αυστραλίας έχει συνδράμει στην διεξαγωγή των σεμιναρίων, παρουσιάζοντας επίσης τον Ιούλιο διαλέξεις γύρω από την Ελληνική συμβολή στην Αναγέννηση καθώς και την Ελληνική επιρροή πάνω στο Ισλάμ.


On 18 August 2011, PFA secretary Kostas Kalymnios gave a lecture at the GOCMV on the history and current status of the Northern Epirus Issue. Attendees expressed their concern at the status of the Greek minority in Northern Epirus, in the light of the recent racist killing of Aristotelis Goumas in Cheimarra, as well as the fact that the issue is given little or no publicity by the mainstream Greek and Greek-Australian media.

Wednesday, July 20, 2011

ΕΦΥΓΕ Η ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΠΑΥΛΟΥ, Η ΓΗΡΑΙΟΤΕΡΗ ΗΠΕΙΡΩΤΙΣΣΑ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ




Υπάρχουν άτομα που περνούν ολόκληρη την ζωή τους φαινομενικά στην αφάνεια. Όμως, με το παράδειγμά τους, με την γενναιότητά τους, την στοϊκότητά τους, το απαράμιλλό τους ήθος και την απέραντη τους αγάπη, αγγίζουν τις καρδιές και τις ψυχές όλων όσων έρχονται σε επαφή μαζί τους.
Ένα τέτοιο άτομο υπήρξε και η Παναγιώτα Παύλου, η γηραιότερη Ηπειρώτισσα στην Αυστραλία, η «γιαγιά Πανάγιω,» για όσους τη γνώριζαν, η οποία απεβίωσε σε ηλικία 105 χρονών, στις 20 Ιουλίου 2011. Με το πέρασμα της, η παροικία μας χάνει μία ιστορική και διαχρονική μορφή, η οποία γεννήθηκε στο Πέραμα Ιωαννίνων, με καταγωγή από το Σούλι, στις αρχές του περασμένου αιώνος και ως υπήκοος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έζησε την θρυλική απελευθέρωση των Ιωαννίνων και την προσάρτηση της Ηπείρου στην Ελλάδα. Η βαθύτατα ανθρωπιστική της αντίληψη των γεγονότων εκείνων θα επικεντρωθεί όχι τόσο στον εθνικό θρίαμβο, αλλά στην απώλεια: «Οι Τούρκοι του χωριού άκουγαν τις ζητωκραυγές και έκλαιγαν. Ήξεραν ότι θα έπρεπε να εγκαταλείψουν τα σπίτια και τους φίλους τους. Έχασαν τα πάντα,» μας εξιστορούσε και σκουπίζε από τα μάτια της τα δάκρια που έχυνε για κάποιους χαμένους Τούρκους του 1912.
Η αντίληψή της δικαιώνεται από την ίδια της τη ζωή, όπου μία απώλεια διαδέχτηκε την άλλη. Μωρό ακόμα χάνει τους γονείς της και χωρίζεται από τα αδέρφια της. Η τραυματική αυτή εμπειρία την γαλουχεί τόσο στην αντοχή του πόνου, όσο και στην συμπόνια για τον συνάνθρωπο. Δυναμώνει την προσήλωσή της στην οικογένεια αλλά και στην αλληλεγγύη με τους συγχωριανούς της. Στη συνέχεια, θα ζήσει τα δεινά χρόνια του πολέμου και της Κατοχής. Θα δει τα γύρω χωριά να καίγονται από την θηριωδία των Γερμανών και θα ζήσει την αγωνία του επικείμενου ολοκαυτώματος του δικού της χωριού. Το ήθος και η αξιοπρέπειά της δεν θα την επιτρέψουν όμως να γίνει βουβή μάρτυρας της γενοκτονίας της Εβραϊκής κοινότητας των Ιωαννίνων από τους Ναζί. Αντίθετα, μαζί με άλλους συγγενείς της, θα προσπαθήσει να ταΐσει, να κρύψει και να φυγαδέψει πολλούς από αυτούς. Είναι μια σχεδόν άγνωστη πτυχή της ζωής της, που θα την ανακαλύψει στα εγγόνια και τα δισέγγονά της μετά το πέρασμα μισού σχεδόν αιώνος. Θα ακολουθήσουν άλλα γεγονότα, φρικτά, στα οποία θα υπαινιχθεί και μόνο. Η ιστορία του βιώματος του καθενός απαρτίζεται όχο μόνο από αυτά που σου εξιστορεί αλλά και από αυτά που απορρίπτει. Η ιστορία της γιαγια-Πανάγιως είναι αυτή της καρτερικότητας διαμέσου του διαχρονικού πόνου.
Την ίδια εποχή, θα χάσει τον άνδρα της, και δύο μικρά παιδιά. Χήρα, με τέσσερα ορφανά, οι πέτρινες συγκυρίες του Εμφυλίου δεν θα της επιτρέψουν να τα πενθήσει, αλλά θα ριχθεί αμείλικτα στον σκληρό αγώνα να ζήσει την οικογένεια της. Τα εμπόδια πολλά αλλά οι επιλογές λίγες. Μισόν αιώνα αργότερα σε ηλικία 93 ετών, καθ’ οδόν για τα Γιάννενα, θα προσπαθήσει να μου μεταφέρει, με την Ηπειρώτική της προφορά, την απόγνωση μιας απροστάτευτης μάνας και χήρας που βλέπει τα παιδιά της να πεινούν: «Ο, τι και να συμβεί, όσο και να πονάς, όσο και να νομίζεις ότι χάθηκαν τα πάντα, εσύ θα σκωθείς. Κι αν δεν μπορείς να σκωθείς, θα συρθείς και θα κάνεις το καθήκον σου. Γιατί θες δε θες, ο ήλιος θα φέξει και θα φέρει το πρωί.» Το παράδειγμα αυτό, της ακαμψίας και της επιμονής, έγινε ιδεολογία ολόκληρης της οικογένειας μας.
Οι χωριανοί της θυμούνται μια κυρά τότες Πανάγιω απελευθερωμένη από τις ταξικές και άλλες προκαταλήψεις μιας στείρας εποχής. Σε αυτήν προσέφευγαν τα ορφανά του χωριού για παρηγοριά, τα μικρά παιδιά όταν ήταν να τιμωρηθούν από τους γονείς της για τις ζαβολιές τους, οι χαροκαμένες μανάδες για να ξεφορτώσουν τον πόνο τους, καθώς και αυτοί που θεωρούνταν κατώτεροι – οι Γύφτοι, οι Εβραίοι και οι πρόσφυγες, Για όλους είχε έναν καλό λόγο, ένα κομμάτι ψωμί, ή έστω κι ένα λουλούδι.
Το 1964, θα μεταναστεύσει στην Αυστραλία με την εγγονή της. Εγκαθίσταται στο Flemington όπου θα γίνει η «γιαγιά» της περιοχής, φυλάγοντας και προσέχοντας τα παιδιά όλων των νεομεταναστών, Ελλήνων και μη, που έπρεπε να εργαστούν και δεν είχαν την ευχέρεια να μεγαλώσουν τα ίδια τους τα βλαστάρια. Θα δει στα πρόσωπα όλων των μωρών, όλων των παιδιών που μεγάλωσε, τις μορφές των δύο παιδιών που έχασε και δεν θα πάψει, ακόμη και στις τελευταίες τις στιγμές, να τα θρηνεί. Ολόκληρη γενιά παιδιών μεγάλωσε στα χέρια της γιαγια-Πανάγιως, και όλα έχουν θερμανθεί από τον ζεστό πυρήνα της καρδιάς της. Σήμερα, οικογενειάρχες με παιδιά δικά τους, μεταφέρουν στις επόμενες γενιές την αγάπη και το παράδειγμα ήθους και καλοσύνης που τους το εμφύσησε μία «ασήμαντη» αλλά επιβλητική γιαγιά.
Συνέχισε να υπηρετεί και να φροντίζει το νοικοκυριό της, καθώς και την ευρύτερη οικογένειά της, ως και τα ενενήντα οχτώ της χρόνια. Την ιστορία του χωριού, των παιδικών χρόνων της μητέρας μου, αλλά και τα ηθικά διδάγματα τα οποία είναι τόσα απαραίτητα στην διαμόρφωση του χαρακτήρα ενός νέου τα έμαθα στην κουζίνα, βλέποντας τη γιαγιά να πλάθει πίτα με την μητέρα μου. Το κάθε φύλλο που άνοιγε, μία ακόμη ιστορία, μία ακόμη παρατήρηση, ένα ακόμα γεγονός που θα έπρεπε να ξεχαστεί αλλά τσούζει ακόμα. Διότι η τύχη της φυλάει ακόμη πένθος. Θα χάσει ακόμη έναν εγγονό κι έναν δισέγγονο κι όμως θα συνεχίσει να προσφέρει στους γύρω της, χωρίς να αφεθεί ολότελα στο θρήνο.
Στην εκατοστή επέτειο των γενεθλίων της (ημερομνηία αμφισβητήσιμη εφόσον οι χωριανοί της χρονολογούν την γέννησή της το 1904 και όχι το 1906), τη ρώτησα: «Τι να σου ευχηθώ γιαγιά; Δεν μπορώ να σου ευχηθώ να τα εκατοστίσεις. Τα πέρασες ήδη τα εκατό. Θα τα χιλιάσεις σίγουρα.» Με κοίταξε με τα μικρά μαύρα διαπεραστικά της μάτια, που είχαν την ιδιότητα να μαντεύουν και την πιο ασήμαντη μου σκέψη και μου έσφιξε το χέρι. «Τι να μου ευχηθείς;» μου απάντησε. «Για δες γύρω, τόσους νοματαίους. Έχω τέσσερα παιδιά, δέκα εγγόνια και δεκαέξι δισέγγονα. Είναι δικοί μου άνθρωποι. Όλοι δικοί μου. Τι άλλο να μου ευχηθείς; Δόξα τω Θεώ χιλιάδες φορές.» Αξιόλογο δε είναι το γεγονός ότι η αιωνόβια πλέον γιαγιά, συνέχιζε να μας δίνει συμβουλές που αφορούσαν απόλυτα την καθημερινή μας ζωή. Η δική της ματιά διαπερνούσε τις προκαταλήψεις και της πεπαλαιωμένες νοοτροπίες παλιών εποχών διότι επικεντρώνονταν πάντοτε στον άνθρωπο. Οι πικρές εμπειρίες του παρελθόντος την έμαθαν τι ακριβώς έχει σημασία στη ζωή. Έτσι, συνέχισε ως το τέλος της, να αποτελεί το επίκεντρο της οικογένειάς της. Ο πόνος μας για την απώλειά της είναι απερίγραπτος.
Όταν ραγιστεί το θεμέλιο ενός οικήματος, μέλλει να καταρρεύσει. Η γιαγια-Πανάγιω όμως έχτισε θεμέλια βαθιά, θεμέλια ανθρωπιάς και καλοσύνης που δεν πρόκειται να ραγίσουν ποτέ. Δεν έμαθε ποτέ γράμματα, ούτε διακρίθηκε σε κανέναν δημόσιο ή επαγγελματικό τομέα. Όμως η προσφορά της στην παροικία είναι αμέτρητη. Ας αναπαυτεί εν ειρήνη.


Kώστας Καλυμνιός

Monday, June 6, 2011

PFA supports Greek Community Cultural Centre

Στις 6 Ιουνίου 2011, στελέχη της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας Αυστραλίας παρευρέθηκαν σε εκδήλωση της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτωρίας με σκοπό τα τιμηθούν τα άτομα εκείνα που συνέβαλλαν με τις δωρεές τους στην έναρξη της ανέγερσης του Πολιτιστικού Κέντρου στην καρδιά της Μελβούρνης. Μεταξύ των δωρητών, το ενεργό μας μέλος, ο κ. Χάρης Σταμούλης, συνεχίζοντας την λαμπρή εθνοφελή δράση του πατέρα του, του μεγάλου Βορειοηπειρώτη ευεργέτη Σπύρου Σταμούλη.


Στην αναφορά του για τους παρευρισκόμενος, γύρω από την ανέγερση του Πύργου , ο γραμματέας της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας Αυστραλίας, Κώστας Καλυμνιός, σχολίασε:


Οι μεγάλοι ευεργέτες του έθνους μας αγαπητοί συμπατριώτες και φίλοι της Ελληνικής Ορθόδοξης κοινότητας, οι Ζαππαίοι, ο Τοσίτσας, ο Αβέρωφ και τόσοι άλλοι θα μείνουν αθάνατοι στην ιστορία του έθνους μας διότι η δική τους συνεισφορά εξασφάλισε για την Ελλάδα, τις απαραίτητες δομές που απαιτεί η λειτουργία ενός κράτους. Σήμερα βρισκόμαστε εδώ κατά τη διάρκεια παρόμοιου αγώνος, για την εξασφάλιση των απαραίτητων δομών για την μελλοντική λειτουτγία της παροικίας μας.
Και άλλοι , προσπάθησαν να αναγείρουν στο παρελθόν πύργο, και δεν τα κατάφεραν. Όλοι θυμόμαστε τη σχετική ιστορία όπως καταγράφεται στην Παλαία Διαθήκη. Η αποτυχία τους εστιάζεται σε δύο τομείς – πρώτον, ότι οι λόγοι σύμφωνα με τους οποίους επεχείρησαν να οικοδομήσουν ένα τέτοιο κτήριο ήταν λανθασμένοι και δεύτερον, επειδή δεν υπήρχε ενότητα, συνοχή και αλληλεγγύη μεταξύ τους. Όταν εξέλειψε η συνενόηση, το μεγάλο αυτό επιχείρημα ναυάγησε.
Βρισκόμαστε εδώ απόψε επειδή μας ενώνει μία πεποίθηση: Ότι το δικό μας το τρανό επιχείρημα δεν θα ναυαγήσει. Όχι μόνο αυτό, αλλά η ολόκληρη η ύπαρξη της οργανωμένης μας παροικίας είναι συνυφασμένη με την ανέγερση του Πολιτιστικού Κέντρου και έτσι δεν μπορούμε να επιτρέψουμε το ναυάγιο της.
Αυτή τη στιγμή, διανύουμε μία ιστορικότατη ιστορική περίοδος όσον αφορά τη δομή της παροικίας μας. Εώς τώρα, η πρώτη γενιά των ελλήνων μεταναστών, έχει δημιουργήσει εκείνες τις δομές και θεσμούς που οριοθετούν την παροικία μας ως οντότητα: σχολεία, εκκλησίες και σωματεία ως επί το πλείστον εθνικοτοπικά. Η φάση της δημιουργικότητας και της ανάπτυξης κατά γενικό κανόνα, έχει περάσει προ καιρού και βλέπουμε τους θεσμούς αυτούς, που τόσο αποτελεσματικά εξυπηρέτισαν τις πολιτιστικές και κοινωνικές ανάγκες, καθώς και το όραμα της πρώτης γενιάς να φθίνουν, καθώς η γενιά αυτή αποτραβιέται λόγω ηλικίας ή άλλων υποχρεώσεων από τους θεσμούς αυτούς.
Έχουμε λοιπόν μια παροικία η οποία απαρτίζεται από πολλά κτήρια και πολλούς οργανισμούς. Οι οργανώσεις αυτές όμως αντιπροσωπεύουν μια μικρή μονο μερίδα της ελληνικής μας παροικίας. Και αυτό επειδή μετά από την ίδρυση αυτών των οργανώσεων, έχουν αναπτυχθεί δυο Αυστραλογεννημένες γενιές, οι οποίες δεν ταυτίζονται με βάση την τοπική καταγωγή των γονέων τους ή με την αγροτική ζωή, ήθη και έθιμα που αποτελεί το κοινό πολιτιστικό κληρονόμημα σχεδόν όλων μας. Τα μέλη των γενιών αυτών, είναι, ως επί το πλείστον, πλήρως ενσωματωμένα στην ευρύτερη Αυστραλιανή κοινωνία. Οι ασχολήσεις, τα συμφέροντα και ενδιαφέροντα τις γενιάς αυτής σχετίζονται περισσότερο με την υφή της πολυπολιτισμικής Μελβούρνης, μία ιδιαίτερα πολυσύνθετη κοινωνία, και με την νέα μεταμοντέρνα εποχή, όπου αμφισβητόύνται τα δεδομένα και οι τεθριμμένες ετικέτες που προσδιορίζουν μία έθνική ταυτότητα δεν δεσμέουν πλέον κανέναν. Κατά συνέπεια, αυτές οι γενιές, οι οποίες αποτελούν τη πλειοψηφία της ελληνικής παροικίας, λόγω της έλλειψης γλωσσικής ευχαίριας, και την αμετάβλητη φύση των παροικιακών μας δομών, δεν καλύπτωνται και έτσι βρίσκονται εκτός της οργανωμένης παροικίας. Το χάσμα μεταξύ των γενιών αυτή τη στιγμή, είναι αβυσαλλέο.
Αυτή είναι μια πικρή αλήθεια την οποία δύσκολα παραδεχόμαστε. Μετά από τόσους αγώνες για να εδραιωθούμε στη χώρα αυτή και μετά από την πραγματικά τιτάνια δημιουργία των δομών μας, βρισκόμαστε στα πρόθυρα της αποσύνθεσης. Πριν από δεκαπέντε χρόνια τα νεοελληνικά διδάσκονταν σε όλα τα μεγάλα ινστιτούτα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στη Μελβούρνη. Σήμερα, τα εναπομείναντα τμήματα υπολειτουργούν εξασθενημένα. Λόγω του ότι αυτή η μεγάλη μη-χειραφέτημένη μερίδα της παροικίας μας δεν συμμετέχει στα δρώμενά της και είναι αποξενωμένη από αυτήν, το γεγονός ότι οι δομές του παρελθόντος έχουν ημερομηνία λήξης είναι δεδομένο. Είτε το θέλουμε, είτε όχι, αυτή η μουγγή πλειοψηφία αποτελέι το μέλλον της παροικίας μας – και το ευτράπελο είναι ότι αυτή η πλειοψηφία μέχρι σήμερα δεν μερίμνησε για την διαιώνιση τον κοινωνικών μας θεσμών – σίγουρα επειδή θεωρούσε πάντα ότι οι θεσμοί αυτοί εξυπηρετούσαν μόνο την πρώτη γενιά.
Γιαύτο η ανέγερση του Πολιτιστικού Κέντρου αποτελεί ιστορικό γεγονός και ορόσημο για την παρουσία μας στην πόλη αυτή. Διότι επιχειρεί να γεφυρώσει το χάσμα των γενεών. Να αποδείξει σε όλους τους ελληνικής καταγωγής συμπολίτες μας, όλων των ηλικιών, γενιών και κοινωνικών στάθμεων ότι η ελληνική παροικία είναι σε θέση να προσφέρει αλληλεγγύη, συνοχή, υπήρεσες και ένα κοινωνικό υπόβαθρό όπου οι επόμενες γενιές θα συσχετίζονται όχι ως Αυστραλοί πολίτες με κάποια ελληνική ρίζα, αλλά ως Αυστραλοί πολίτες με ελληνική πολιτιστική και κοινωνική συνέιδηση. Πρέπει να επεκτήνουμε τις ήδη υπάρχουσες δομές ώστε να αγκαλιάσουν τους πάντες. Είμαστε πεποισμένοι ότι μόνο μία Κεντρική Ελληνική Κοινότητα, αρμονικά συνεργαζόμενη με τις υπόλοιπες θρησκευτικές και τοπικιστικές οργανώσεις είναι σε θέση να επιχειρήσει μία τέτοια εκ νεόυ θεμελιοποίηση της Ελληνικής μας παροικίας, ώστε να αντέξει το χρόνο. Το πολιτιστικό κέντρο, ένα κέντρο το οποίο θα προσφέρει υπηρεσίες σε όλους τους συμπαροίκους, θα αντανακλά ένα ευρύ φάσμα των πολλαπλών ενδιαφερόντων των συμπαροίκων μας όλων των ηλικιών και το οποίο θα διευκολύνει την συναναστροφή ελλήνων όλων των γενιών ώστε να καταλάβουν ότι έχουν κοινά σημεία πέραν τις καταγωγής τους, και το οποίο θα τους ωθεί να επιδιώξουν πιο στενές σχέσεις με την οργανωμένη παροικία, αποτελεί κύριο όπλο για την επιτυχία αυτών των σκοπών. Θα είμαστε αφελείς αν πιστέψουμε ότι ο Πύργος θα αποτρέψει την αφομοίωση και αποσύνθεση της παροικίας μας. Μπορεί όμως να την αναστάλλει, δημιουργώντας μια άισθηση η οποία μέσα στις χρόνιες διαμάχες, και αντιπαραθέσεις που ανεστειλαν την πρόοδο της οργανωμένης παροικίας – που ίσως έχει ξεχαστεί. Ότι είμαστε μία μεγάλη οικογένεια τα μέλη της οποίας έχουν πολλά να προφέρουν ο ένας στον άλλον. Αυτή την αίσθηση ότι ανήκουμε ο ένας στον άλλον και μπορούμε να βασιστούμε στους εαυτούς μας, μας δίνει τη δύναμη για περαιτέρω αγώνα. Αυτό, η ανέγερση του Πολιτιστικού Κέντρου, μπορεί να το πετύχει.
Αξιοσημείωτο είναι δε ότι σε μια εποχή όπου η ιδεολογία του κοινού αγώνα, της επιστράτευσης και μαζικής δραστηριοποίησης και συσπείρωσης των δυνάμεων και προσπαθειών σύσσωμης της ελληνικής παροικίας αποτελεί παρελθόν και σίγουρα κάτι εντελώς ξένο για τις νεότερες γενεές, γαλουχισμένες με την ιδιωτιστική, ατομιστική νοοτροπία της μεταμοντέρνας εποχής, το κάλεσμα αυτό για μια νέα κοινή προσπάθεια στην οποία συμπεριλαμβανονται όλοι και δεν αποκλείεται κανένας, έρχεται από ένα συμβούλιο της Ελληνικής Κοινότητας το οποίο απαρτίζεται από πολλά μέλη των μετέπειτα γενιών. Η ανέγερση του Κέντρου, είναι σταθμός στην πορεία μας, διότι για πρώτη φορά, διαφωτισμένα μέλη τη δεύτερης γενιάς παίρνουν τη πρωτοβουλία για τα μεριμνήσουν όχι απλά για το δικό τους μέλλον, αλλά αυτό ολόκληρης της παροικίας μας. Αναλαμβάνουν τον άθλο αυτό, όχι αποκλειστικά, αλλά εν συνεργασία με την πρώτη, το παράδειγμα της οποίας είναι λαπρότατο, με πλήρη σεβασμό για τα επιτεύγματα του παρελθόντος αλλά και με γνώση των αποτυχιών του. Ζητούν την συνεργασία και την συνδρομή όλων μας, για τον ενωτικό τους, και χωρίς υπερβολή όσον αφορά την περαιτέρω μας κοινική συνάρτιση, σωτήριο αγώνα.
Σήμερα, τιμούμε αυτούς που συμμερίζονται το όραμα αυτό, και ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα του Διοικητικου Συμβούλιο της Κοινότητας και του πρόεδρου της, του Βασίλη Παπαστεργιάδη. Μας χαροποιεί το γεγονός ότι φροντίζουν ώστε η ανέγερση του Κέντρου να μην μείνει μόνο στα λόγια αλλά ότι παίρνει σάρκα και οστά, και η απόδειξη είναι η μεγάλη δωρέα της πολιτειακής μας κυβέρνησης, καθώς και τις αξιόλογες δωρεές και συνδρομές των παρευρισκόντων σήμερα. Ευχόμαστε όλη αυτή η νέα αίσθηση της δημιουργηκότητας, της θετικής ενέργειας και της αγνωιστικότητας που διαπνέει την Κοινότητα και την παροικία γενικότερα από τότες που ξεκίνησε το έργο αυτό, να συνεχιστέι και να διασπαρθεί σε όλες τις δραστηριότητές μας.
Στις κρίσιμες στιγμές του Γένους μας, πάντοτε υπήρξαν οι ευεργέτες, τα γενναία εκείνα άτομα που δώρησαν γενναιόδωρα τα κέρδη του μόχθού τους, ώστε να εξασφαλίσουν το καλό του έθνους μας. Δεν είναι υπερβολή ότι η σημερινή μας κατάσταση είναι κρίσιμη. Με τον Πρόεδρο Παπαστεργιάδη όμως στο τιμόνι του Πολιτιστικού μας Κέντρου και το Συμβούλιο στο κατάστρωμα και εμείς όλοι στα κουπία, είμαστε πεπεισμένοι ότι θα περάσουμε τις συμπληγάδες των προκλήσεων άθικτοι και πιο δυναμική όσο ποτέ. Καλές σας δουλείες.

Sunday, June 5, 2011

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΝΙΚΟ ΚΑΒΒΑΔΙΑ

Στις 5 Ιουνίου 2011, παράγοντες της Ελληνικής παροικίας της Mελβούρνης διοργάνωσαν αφιέρωμα στον μεγάλο ποιητή Νίκο Καββαδία, επ' ευκαρία της 60ης επετείου της άφιξής του στην Μελβούρνη το 1951. Χορηγός και συντελεστής στη διοργάνωση της εκδήλωσης ήταν μεταξύ άλλων και η Πανηπειρωτική Ομοσπονδία Αυστραλίας. Η εκδήλωση έλαβε χώρα στο Πανεπιστήμιο Μελβούρνης. Ο γραμματέας της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας, Κώστας Καλυμνιός, αναφέρθηκε στο έργο και την σπουδαιότητα του έργου του καββαδία, ως κύριος ομιλητής της βραδυάς.

On 5 June 2011, the Panepirotic Federation of Australia, participated, as sponsor and organiser in a tribute to the great Greek poet Nikos Kavvadias, at Melbourne University, on the occassion of the 60th anniversary of his first visit to Melbourne in 1951. PFA secretary, Kostas Kalymnios was the key note speaker at the event and made the following observations:

"There is a notation in my father’s year 6 Australian history book of 1961, in which it is proposed that the Yarra River got its name due to a sorry concatenantion of circumstances whereby when the white colonialists sailed from the bay into the River, sundry members of the Wurunjeri people stood at its banks bandishing spears and yelling Warra Warra – which means go away, whereupon the linguistically challenged white imperialists concluded that the said Wurundjeri were a welcoming party and were, out of the kindness of their hearts advising the explorers about to wrest possession of their land from them, as to the name of this principal landmark, which they misheard as Yarra Yarra.
Thankfully, this story is not true. The truth of the matter is that the river was called Birrarung by the Wurundjeri people prior to European settlement. It is thought that Birrarung is derived from Wurundjeri words meaning "ever flowing".

The reason for this little historical foray is to outline our ambiguous relationship with the Yarra River. To conceive of Melbourne without it is impossible and yet it is not exactly beloved by Melburnians either. It is a gritty, functional river, with none of the romance or poetics of the Rhine, the Danube or the mystery of the Nile.

This then is the river that the peripatetic poet Nikos Kavvadias arrived at in 1951, when he penned his bleak poem Yarra Yarra, after making his way down to the land of the southern cross, having been warned, in his poem, also entitled ‘Southern Cross’, that he should fear the Stars of the South.. However, his Melbourne connection did not end with that poem, a few years later, a young bright eyed youth from Alexandria also called Nikos, obtained his first job as a wireless operator on a ship. Seated at his desk one day and scribbling some verses, the captain asked him: What are you doing?
Im writing poetry, the boy answered.
How funny the captain mused. Your predecessor and namesake, used to sit in that exact same chair and write poetry. The predecessor was of course, Nikos Kavvadias, and the youth, Nikos Nomikos, who years later, would find his way up the Yarra to settle in Melbourne, only to become a celebrated Greek poet and artist. It is funny how rivers make things flow together.

So who was this Nikos Kavvadias who visited or shores and why are we paying tribute to him tonight? The short answer is because he is cool and because we can. Furthermore, we are pretty chuffed that one of the premier poets of Greece has an Australian connection. The only other Greek literary figure of note to enjoy such a connection is Stratis Tsirkas, who lived in Sydney for five years in the fifties. This year marks the fiftieth anniversary of the visit to the Yarra River of Kavvadias, a poet who confided in our major riparian artery:

I want a boat, oh river, made of cardboard, like those with which students play by the banks of rivers. Tell me, does separation kill? It wounds, it does not kill. Who said we are going to crash? We never even arrived.,,”

Profound and totally in keeping with the title of tonights event, Amphibian fate. Amphibian is a compound word, Amphi- meaning "on both sides" and -bios meaning "life" in Greek. A two sided, torn life is what we celebrate in Nikos Kavvadias, a man who could not bear the land and wanted to be constantly at sea.

You don’t have to be Greek to appreciate the genius of Nikos Kavvadias. He did not consider himself a poet, but rather a traveller, and this comes not only from his style of writing based on personal experiences and emotions reflected on the sea, the weather, the lost cities with their dirty ports, but also by the very limited amount of work he produced, heavily invested with experience. He used his travels around the world as a sailor, and life at sea and its adventures, as powerful metaphors for the escape of ordinary people outside the boundaries of reality.

Unlike many of his contemporary Greek poets who focused on folklore writing of at times nationalist sentiment, Kavvadias wrote both about modern Greece and about the world. He did not seem to distinguish between the two. For him, Greece was never home, because although he was Greek, he was not born there. His writings are characterized by a strong sentiment of universal humanism, a sense of a world united in cosmopolitan places, such as the dirty ports of multinational cities, which became his true home. The poet traveller drew huge inspiration and admiration for Constantine Cavafy, the writer of the masterful pseudo-historical poem Ithaca, who was born in Alexandria to Greek parents but spent most of his life travelling from Egypt to England, and who was the advocate of a universal Hellenistic
spirit surpassing beyond the borders of the nation state.

The Greek community of Melbourne, at least its first generation lived through a similar experiences and share a similar spirit, being uprooted from the boundaries of their reality and being compelled to cross the same seas as Kavvadias, in search of a better life.

Kavvadias stark evocation of arriving in Melbourne, mirrors that which would have been experienced by all new migrants:
The lights of Melbourne. The Yarra Yarra flows disinterestedly
Between cargo ships huge and mute,
Towards the bay, without giving two bob,
For the girls kiss, which cost you dear.

The difficult life of the sailor, the daily grind of work, but also the freedom of the eye to travel over new horizons opened by the increasingly longer and bolder voyages he undertook mark Kavvadias' entire poetic output. The poet constantly transforms external observations of the environment into a subdued, internal drama, often of a deeply existential nature. Indeed, critics described him as the 'poet of internal exile', and were not slow to identify in his verse and in his imagery the tendency to displace straight realistic description with scenes of reverse images which represent, in a particularly eloquent manner, the poet's journey from the open seascape into the closed and dimly lit realm of the conscience.Kavvadias was greatly inspired both by Baudelaire and the poetes maudits and observed his marine environment from precisely this viewpoint. His characters frequently descend into apathy, decay, decadence and self-destruction, and the space they inhabit has a suffocating effect on them. Kavvadias also enjoyed the cosmopolitan life (the constant journeying from port to port, country to country, ocean to ocean) which was equated with the pleasures of opportunistic love and the paralysing effects of hallucinatory substances. From these kinds of motifs emerged his overwhelming passion for travel, which he identified as the fate of the absolutely free yet totally defenceless artist.
A poet who as mentioned deliberately wrote little, Kavvadias directly addressed the metrical tradition, but always managed to take liberties with its strictures. He exploited tradition for his own purposes, adapting metres and rhyme schemes to his own linguistic and musical codes.

In Yarra Yarra all of the aforementioned is on display and is thus a fitting introduction to the poets work:

When you fell asleep last night, the cape was on watch. You left your amulet at a home a few days ago. You laugh and yet i sold you in Rio for two centavos, and bought you back at a price in Beirut.
Nikos Kavvadias thus is a representative of a poetry of introverted exoticism, which projects the agony and spectres of a permanently restless and wakeful conscience onto alien and often mysterious seascapes.
A committed seaman and writer, he encountered some extremely difficult moments, facing them with the courage that is the preserve of those rare individuals who have absolute faith in what they do. He was in every sense a poet of the sea.

Hold fast the rigging ladder. Coffee for the pilot.
You turn tail, chained by longing for the land.
And you, who I won in an evening game of chance,
Merge and leave with the smoke of the grey river

Things rarely turn out the way we want them to. Life is like that.
And Kavvadias life was anything but unexpetional. He was born in Ussuriysk in the
Primorsky Krai region of Russia, close to the border with China, part of the historic region of Manchuria. This fact, according to him, linked him emotionally to the Far East, expressed in his short story Li. He returned to his homeland of Cephallonia as a child. After graduating from high school in Piraeus, Kavvadias took the entrance exams to become a doctor in 1928. His father fell sick that same year and young Kavvadias was forced to get a job as an office clerk in a shipping office to help his family. He lasted only a few months there and after his father's death, he went on board the freighter ship "Agios Nikolaos" as a sailor. This is how the poet was born, He worked for a few years on freighter boats, coming back home always wretched and penniless.
Experiences of this nature can either make or break you. While reflecting on the no-nonsense, unromantic Yarra river, tamed in the service of wider causes, Kavvadias probably found a parallel and kindred spirit when he wrote:

I command you with a porphyry shell on my lips.
Your falcon on my arm and the hounds loosed.
Wipe off the sea that drips from me
And teach me to walk on land correctly.
More vicissitudes would follow. During the German occupation of Greece, he was stranded in Athens. When the war was over in 1944, he embarked and traveled continuously as a radio operator all over the world until November 1974, having the opportunity to get to know the sea and its exotic ports. Through his experiences in the sea he collected material for his poetry. Returning from his last trip and as he was preparing the publication of his third collection of poems, he died suddenly from a stroke on February 10, 1975, after only three months off sea.
Kavvadias poetry was popularized in Greece, partly because some of his poems have been set to music by Thanos Mikroutsikos in his very popular albums Σταυρός του Νότου (Southern Cross) and Γραμμές Ωριζόντων. (Horizons' Lines). Tonight, we will provide you with some local interpretations and musical extrapolations of some of the best of the great man’s work.That work , is multifaceted. His first collection of poems, "Marabou", was published in 1933 when Kavvadias was in his early twenties and carries within it the spirit of a romantic young man, impressed with the marvels of the world. Most of these poems tell half-fictitious stories that happened on the sea and the different places he visited. The collection begins with a poem about the catastrophic love for a young wealthy girl that ended up a poor prostitute that he could barely recognise. Other events recount the stories of a Norwegian captain who died homesick watching a ship sailing towards Norway, a dagger carrying the curse that whoever carries it shall kill someone he loves, and an African story-telling sailor who rescued him from a brawl only to die of fever in the Far East. The greek saying “ Η θάλασσα τα τρώει” the sea devours all, applies to hopes and dreams as well.

Take the skin of the snake and give me a handkerchief, he writes in Yarra Yarra
I, who stripped you before old man Titian.
Raise anchor Cephallonian girl and set sail the votive lamp.
The last one sleeps on the Japanese hill.


If guidance is so illusory, upon the sea, then we need the intervention of poets and authors to steer us in the right direction. This can be found in Kavvadiass other two collections: "Pousi" which was published in 1947 and "Traverso" which was published after his death 1975. Another short story, "Of War", published after his death in 1987, recounts the story of his rescue by a local during a storm. The war had a deep effect on him and these later collections are politically motivated, in support of the somewhat more liberal communists. One of these later poems is about the death of Argentinian revolutionary Ernesto (Che) Guevara and was written as an answer to the accusations by some active communists who thought that his poems romanticized too much on the otherwise harsh and dangerous life of sailors, who were potential symbols of class struggle. Another is about the execution of Andalusian poet and writer Federico Garθía Lorca by the Franco dictatorship, other brutal acts done by the Nazi forces occupying Greece during the Second World War.His only novel "Nightshift" was published in 1954 and recounts the stories told by the sailors on their night shift at the ship's bridge. Images from exotic places, prostitutes, captains gone mad and memories of the War blend in to form a dreamy world full of lucid forms, part fictitious, part true. His Story “The Watch” (Η βάρδια) translated by Sorbonne Professor Michel Sonie was included in 1990, in the French newspaper Liberation’s 100 greatest books of all time.

In addition to this material, more recently Guy M. Saunier published The Diary of a Skipper (2005), which contains extracts of intimate travelling experiences and memories written as a prose or poetry in the form of a diary. Originally, this was the first publication of the young Kavvadias published in the journal Peiraikon Vema in January and February 1932. The diary gives us a first glance to his future mythological themes with specific references to the dangerous Indian Ocean, the first trip of the writer to the sailors’ favourite and mysterious Marseille, his life-changing visit to Stromboli the Italian island opposite the volcano Etna, his parents’ home Argostoli the capitol of the Greek island Kefalonia, and other texts, which juxtapose his childhood expectations against the reality and dangers of travelling.

In these writings, and later in his poetry, Kavvadias intimately connects his internal feelings of loss of childhood with the external changes of the environment and its modernization, highlighting Modernity’s negative aspects by associating moral corruption to environmental pollution. In the poem entitled Kafar (1933) which is the arabic word for infidel, he wrote:

Once the ships were our hidden wish
But now the world is an empty page
It is the same to be in Greece
And travelling to Fernando Po

The poles became to us familiar
We admired numerous times the northern Selas
And the ice is covered for years now
With empty cans of Spanish sardines

The Japanese, the girl in Chile
And the black Moroccan girls selling honey
Like all women have the same legs
And kiss the same.

For Kavvadias the juxtaposition of romantic nostalgia to the modern reality is a universal condition of the human being, reflected on his strong sentiment of nostalgia for a ‘home’ that is never there, which painfully stigmatises his work as a whole. The endless journey takes him from the mountains of Switzerland to the immobile seascapes of the equator, as people are different and the same, exotic in their own account but banal in their modern reality. Kavvadias does not seem to move, but rather the world travels around him: “Is it the compass turning, or the ship?” he asks in Kiro Siwa. His journey is static like the seascapes of the equator, as he is trapped in the ship, a metal coffin, which remains immobile in space, letting the globe move around it.

Kavvadias’Yarra Yarra is the introspective journey of man with an albatross around his neck, compelled to travel the seas, view the pleasures and despair of mankind and yet never find peace. The Yarra River, rather than capturing him here, caused him only to reflect upon his peripatetic affliction.


Oh sweetwater sailor,
You wore a pure white cap when you were young and a wide collar,
It catches you – don’t tell anyone,
Like steel plates catch cats
And you are startled by a sudden wind.
Here one cannot but apply these words to those of his companions who were captured by the Yarra and did not set off for foreign seas again – the Greeks of Melbourne, who despite the Odyssey which forms our founding myth – remained here, being caught like cats in steel plates ( I wonder whether that works for possums too,) being transformed into freshwater sailors, content to abjure their wanderings and settle here, by and around the Yarra, vowing never to leave again.

Are they content? Or are they just as cursed as Kavvadias, torn between two worlds, unable to find but the most fleeting satisfaction in either?

Kavvadias in Yarra Yarra does offer an insight into the complacency of pseudo-satisfaction and contentment:

I bought you a fake cameo in Naples –and Naples in Greek means new city.
And a bleached coral.
Behind the refrigerator on the empty quay.
Ebony, the language of fire, at the centre, crimson.
Significantly, in Lee Kavvadias reflects on his own life telling the girl that he can speak some Cantonese because he was not born in “His La Kwo” (Greece in Chinese) but in Tung Sun Sheung (Manchuria) . In another text from his diary entitled “Argostoli: The Melancholic Capitol of Kefalonia” he further reveals his feelings for his parents’ Greek home as a place without life, “only mountains rising in a threatening and mourning manner”), an experience that is contrasted to the colourful and monotonous at the same time experience of travelling. At times, during his journeys, he might even consider committing suicide, but it is clear that he could not live for a second in the island of Kefalonia. Thus, in his life and poetry, he consciously took the role of a modern Odysseus, the sailor trapped in his inner search for a ‘home’ that is never there, becoming the protagonist in Cavafys imagination for a long gone Ithaca. This kind of textual introverted exoticism is reflected on the experience of static seascapes and cosmopolitan ports, as the Argonaut Kavvadias, in the role of the folklorist ethnographer, absorbs the exotic life surrounding him in his journey to nowhere, until he dies, and stops moving/experiencing.
Kavvadias is the poet of wanderers, or those who have ceased wandering, those who wonder what it is to wander, and being a sailor, certainly of a fish called Wanda. His winters of discontent are turned glorious summer by our homage to him tonight and we are most honoured that he chose our river, to outpour and cause to flow, the ruminations and depths of his soul.

Tonight's tribute is therefore a walk in the shadow of genius, one of those rare moments where we mere flaccid mortals, are granted the coveted privilege of being able to touch the tortured divine. Welcome and we hope you enjoy the rest of the evening, remembering always Kavvadias’ caveat, as featured in his poem “the Southern Cross,” You told me, in the voice of the dying, to fear the stars of the South.” If Kavvadias is to teach us anything, it is the majestic solitude and splendid isolation that can be derived from following the wandering star. Happy travelling. "

Sunday, March 27, 2011

PFA at INDEPENDENCE DAY MARCH



Στις 27 Μαρτίου 2011 έγινε η καθιερωμένη παρέλαση των μαθητών και παροικιακών σωματείων της Μελβούρνης στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, εροτάζοντας την Ελληνική Επανάσταση. Η παρέλαση εφέτος σημείωσε μεγάλη επιτυχία, με την προσέλευση 15.000 συμπαροίκων.Η Πανηπειρωτική Ομοσπονδία Αυστραλίας συμμετέχει στην παρέλαση εδώ και τρεις δεκαετίες. Η παρουσία της στην φετινή παρέλαση υπήρξε δυναμική και εντυπωσιακή.

Sunday, March 20, 2011

PFA at lauch of ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ ΑΝΑΛΕΚΤΑ

Στις 20 Μαρτίου, ο γραμματέας της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας Αυστραλίας, Κώστας Καλυμνιός, παρουσίασε, σε μία εκδήλωση του Ελληνο-Αυστραλιανού Πολιτιστικού Συνδέσμου και της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών Ελλάδας, το νέο βιβλίο της Λούλας Παπαζώη, "Διαχρονικά Ανάλεκτα." Στην κατάμεση αίθουσα εκδηλώσεων της ενορίας Αγίων Αναργύρων, ο Κώστας Καλυμνιός, μεταξύ άλλων είπε:


"Σήμερα , καλούμεθα να εξετάσουμε τα Διαχορνικά Ανάλεκτα της αξιαγάπητης παροικιακής συγγραφέως Λούλας Παπαζώη. Στον πρόλογο του, ο Ελλαδίτης Επίτιμος Επιθεωρητής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης πολύ σωστά διατυπώνει τα κύρια χαρακτηριστικά του έργου αυτού – πρόκειται για έργο διαχρονικό – δηλαδή αξιώνει να αντέχει στο χρόνο, ενώ η λέκη ανάλεκτα προσδιορίζει την αφθονία, την ποικιλία και την διαφορετικότητα των θεμάτων. Ξεφεύγοντας από οποιαδήποτε δικαιολογημένης Ελληνοκεντρική αντίληψη που έχουμε του έργου, θα ήθελα να μην παραβλέψουμε έναν ωφέλιμο συσχετισμό με τα διασημότερα του είδους ανάλεκτα στόν κόσμο – τα Ανάλεκτα μία συλλογή ρήσεων και διαλόγων του Κινέζου στοχαστή και φιλόσοφου Κομφούκιου με τους μαθητές του. Συνιστά ένα από τα πλέον αντιπροσωπευτικά γραπτά κείμενα για τη ζωή, τις ιδέες και τη διδασκαλία του, το οποίο άσκησε σημαντική επίδραση στην κινεζική σκέψη. Η καταγραφή του πραγματοποιήθηκε από τους μαθητές τού Κομφούκιου, μετά το θάνατο του, και ολοκληρώθηκε πιθανώς κατά την Περίοδο των Μαχομένων Βασιλείων (5ος αιώνας π.Χ. - 221 π.Χ.) της Κίνας. Μετά το θάνατο του Κομφούκιου, οι μαθητές του άρχισαν να καταγράφουν στοιχεία από τις διδασκαλίες του δασκάλου τους, παράδοση που συνεχίστηκε επίσης από τις επόμενες γενιές μαθητών του. Περίπου δύο αιώνες μετά το θάνατό του υπήρχαν δεκάδες κείμενα, τα οποία τελικά συγκεντρώθηκαν και συγκρότησαν, με παραλλαγές, το έργο που είναι σήμερα γνωστό ως τα Ανάλεκτα. Σχετικά με την ιστορική εξέλιξη του περιεχομένου του, έχουν διατυπωθεί πολλές υποθέσεις. Αυτή ή παραδρομή είναι αναγκαία, διότι πιστεύω ότι η σημασία του παρόντος βιβλίου θα αντιληφθεί μόνο από τις επόμενες γενεές – αν αυτές μιλούν ακόμη ελληνικά – διότι θα μείνουν τα ανάλκτα αυτά συμφωνα με τα οποία οι μεταγενέστερες γενεές θα θωρούν τους προγόνους τους και κατά συνέπεια την κατοπινή πορεία τους ως έλληνες των αντιπόδων. Το βιβλίο χωρίζεται σε μικρές ιστοριούλες, οι οποίες όλες επιφέρουν κάποιο μήνυμα κεντρικό στην εμπειρία της μετανάστευσης, του ξεριζωμού από την πατρίδα και την τραυματική διαδικασία της μετεμφύτευσης και προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Όσον αφορά την ιδιαίτερη προσεγγιση της συγγραφέως σε αυτήν την θεματολογία η οποία αποτελεί τον κανόνα της νεοελληνικής γραφής στην Αυστραλία, πληρεί όλα τα κριτήρια αυτής δηλαδή – εξέταση των αιτίων της μετα΄ναστευσης – κάτι που γίνεται στο μικρό διήγημα Ο Γολγοθάς του Πατέρα – όπου η συγγραφέας πρωτοπορεί, εξιστορώντας την πρώτη εμπειρία ενός ξεριζωμού της οικογενειάς της - στα χρόνια της μικρασιατρικής καταστροφής. Η πλοκή είναι αξιοσημείωτη – μιλά για την κατατροφή και την εξορία μελών της οικογένειας στην Καισάρεια. Αποτελεί προοιωνός της δεύτερης μεγάλης μαζικής μετανάστευσης μεταπολεμικά και έτσι η πρόσθεσαη αυτού του διηγήματος στη συλλογή είναι αρκετά πετυχημένη. Άλλωστε αυτό που κάνει το βιβλίο αυτό να ξεχωρίζει από τις τόσες άλλες αναφορές στη μετανάστευση που έχουν γραφθεί τα τελευταία χρόνια, είναι το απαλό, γλυκό, προσωπικό επεξηγηματικό αλλά και εξομολογητικό στυλ της συγγραφέως. Εκμηδενίζει την απόσταση μεταξύ συγγραφέα και αναγνώστη με την απλότητα και την ζεστασιά του λόγου της, κάτι που χαρακτηρίζει τη συγγραφέα γενικότερα.

Αυτό που εντυπωσιάζει από το έργο της συγγραφέως όσο τίποτα άλλο είναι ότι ενώ το έργο της σφίζει από μηνύματα, ενώ αποτελεί κάτοπτρο της ιστορικής και κοινωνικής πορείας της παροικίας μας, ενώ αντικατοπτρίζει πιστότατα την σημερινή μας κατάσταση, δεν μας κάνει κύρηγμα. Αντίθετα, αφήνει στην αναγνώστη να ανιχνεύσει της καταβολές αλλά και τις καταβολάδες που πηγάζουν από τη μελείχιο και απαλή ροή των διηγημάτων της. Η γραφή της είναι απλή, εξομολογτηική, εκμηδενίζοντας οποιαδήποτε απόσταση μεταξύ συγγραφέως και αναγνώστη. Μέσα στη γραφή της, βρίσκουμε το ίδιο χαμόγελό, την ίδια θέρμη, την ίδια στοργή και την ίδια άγάπη για τον άνθρωπο που θα εντοπίσει ο αναγνώστης σε μία πρώτη προσωπική επαφή με την συγγραφέα. Το βιβλίο αυτό είναι ένα γνήσιο βιβλίο και το γεγονός ότι μία συγγραφέας τόσο αγάπησε τον κόσμο γύρω της ώστε συνέγραψε το βιβλίο αυτό για να μοιράσει με γενναιοδωρία τα ψείγματα της σκέψης και ψυχής της, πρεπει να μας προκαλεί όχι μονο το θαυμασμό αλλά την ευγνομωσύνη όλων μας. Από το βιβλίο αυτό, εγώ ένας αυτραλογεννημένος έλληνας εντάχθηκα σε έναν κόσμο ανθρώπων που έχουν την ίδια καταγωγή, τα ίδια βιώματα, τους ίδιους προβληματισμούς και τις ίδιες ανυσηχίες για το μέλλον με τους δικούς μου. Κατά συνέπεια ο κόσμος της συγγραφέως είναι και δικός μου κόσμος και είναι ακριβώς για αυτό το λόγω που αξίζουν τα ανάλεκτά της να αντέξουν το χρόνο και να αποτελεούν σημείο αναφορά για τις επόμενες γεννέες. Αυτές οι γενεές οφείλουν να γνωρίσουν ότι η πρώτη γενιά δεν ήταν απλώς η γενιά που επιφοτώθηκε τη σκληρή δουλειά της φάμπρικάς και της κατασκευής των παραδοσιακών μας δομών, μία μονοδιάστατη πέτρνιη καρικατούρα των προλεταριατών, αλλά μία ανθρώπινη γενιά, με προβληματισμούς, με χαρές και με λύπες, με προσωπικά βιώματα τα οποία στην καθημερινή βιοπάλη και στον αγώνα για ενσωμάτωση στην ευρύτερη κοινωνία, κινδύνεψαν να χαθούν. Πέραν λοιπόν του ότι τα διηγήματα αυτά αντιπροσωπέυουν τις εμπειρίες της πρώτης γενιάς και έτσι αξίζουν να διαβαστούν από αυτή, το ιστορικό κατόρθωμα της συγγραφέως είναι ότι κατάφερε να κάνει πιο ανθρώπινη, πιο προσιτή την Προμηθείκή γενιά των πρωτόπλαστών μεταναστών που έδω σχημάτισαν τη δική τους Νέα Εδέμ, στις επόμενες γενεές. Το ΄μονο κρίμα είναι ότι το συναίσθημα αυτό καλλιεργείται λίγο αργά – όταν οι περισσότεροι νέοι έχουν αποξενωθεί από την παροικία μας και δεν είναι σε θέση να διαβάσουν ή να κατανοήσουν το διη΄γηματα εκείνα που είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα.Για τους γνωστικούς όμως, για τους ερευνητές του μέλλοντος, το βιβλίο αυτό αποτελεί πολύτιμός θησαυρός."

Thursday, March 17, 2011

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ - ΑΛΙΣΑΒΩ, ΚΥΝΗΓΩΝΤΑΣ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ

Στην κατάμεστη αίθουσα της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας μελβούρνης και Βικτωρίας διεξήχθηκε την Κυριακή, 13 Μαρτίου, η παρουσίαση της αγγλικής μετάφρασης του βιβλίου του Στρατή Βακρά: «Ἁλισαβώ, Κυνηγώντας το Όνειρο.» Στον χαιρετισμό του, ο Πλούταρχος Δεληγιάννης αναφέρθηκε στα κοινά βιώματα όλων των μεταναστών τα οποία βρίσκουν πρόσωπο στους ήρωες του βιβλίου. Ο καθηγητής Χρήστος Φίφης στην ομικλία του αναφέρθηκε στην σπουδιαότητα του βιβλίου για τον κανόνα της ελληνοᾱυστραιανής λογοτεχνίας.
Ο κύριος ομιλητής και επίσης μεταφραστής του βιβλίου στην αγγλική, ο γραμματέας της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας Αυστραλίας, Κώστας Καλυμνιός σχολίασε:
«Ειλικρινά ένα τέτοια βιβλίο γραμμένο στο σατυρικό στυλ ενός Ραμπελαί δεν έχει ξαναεκδοθεί εδώ στην Αυστραλία. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα αριστούργημα, με μια τρανή δόση υψηλής φάρσας. Σε αντίθεση με αντίστοιχα έργα τα οποία προσπαθούν να αποδώσουν εκείνη την πρωταρχική περίοδο της άφιξης των ελλήνων μεταναστών στην Αυστραλία, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί με δεξιοτεχνία και αφθονία την αίσθηση του χιούμορ ώστε να καταστήσει ευκολοχώνευτη την ιμπρεσσιονιστική του όψη των κοινωνικών συνθηκών και υπόβαθρων εκείνων που σχημάτισαν τις κοινωνικές αντιλήψεις των ηρώων του –όπου οι αντιλήψεις αυτές αποτελούν αφετηρία από την οποία οι ήρωες του βιβλίου αντιμετωπίζουν και ενσωματώνονται, στο σημείο όπου αυτό γίνεται εφικτό, στο νέο τους περιβάλλον. Πολύ γρήγορα, συνειδητοποιούμε ότι τα ιδανικά της ηθικότητας, ανεξαρτησίας, δικαιοσύνης, αυτάρκειας, καθώς και του σκεπτικισμού όσον αφορά το μεταφυσικό κόσμο, τα οποία διακατέχουν το κύριο μήνυμα του βιβλίου είαι τυπικά συστατικά της μυθοποίησης του μετανάστη από τον ίδιο τον έλληνα μετανάστη, στη χώρα αυτή. Η πίστη στον εαυτό μας είναι αυτό που μας επιτρέπει να αντιμετωπίσουμε την οποιαδήποτε πρόκληση, και ο συγγραφέας θεωρεί την δυναμικότητα και ικανότητες των ηρώων του ως κύριοι παράγοντες για την πλοήγησή τους μεταξύ συμπληγάδων όπως πολέμοι, πείνα, φτώχια, την μετάσταση σε ξένη χώρα, ακόμη και ανεκτικότητα και συμφιλίωση για αυτούς που περιφρονούν τα χρηστά ήθη.
Αυτή η διαλεκτική μεταξύ παραδοσιακών ηθών και αυτών που οι πρωτόπλαστοι μετανάστες σχημάτησαν στη Νέα τους Εδέμ φαίνεται από την εισαγωγή αντι-ηρώων στο κείμενο. Όσοι λίγοι αγγλόφωνοι της Τρίτης γενιάς διαβάσουν το βιβλίο θα οφεληθούν, αν ευαισθητοποιηθούν από τα όσα γράφει ο συγγραφέας, εντοπίζοντας μεταξύ το μεγάλο χάσμα των προσδοκιών του Στρατή Βακρά και της πρώτης γενιάς, και της σημερινής πραγματικότητας και γιαυτό πιστεύω ότι η μετάφραση του βιβλίου ήταν αναγκαία.
Όμως, πρέπει να ομολογήσουμε οτι το αναγνωστικό κοινὀ στο οποίο κυρίως στοχέυει ο συγγραφέας είναι η πρώτη γενιά η οποία θα βρει στα καμώματα των πρωταγωνιστών και των φίλων τους, κοινά βιώματα και αντιλήψεις, τους ίδιους προβληματισμούς και τις ίδιες ανησυχίες. Αύριο μεθάυριο, ακόμη και σε εκατό χρόνια, εύχομαι ότι οι ανησυχίες, οι προβληματισμοί και οι προκαταλήψεις αυτών των ζωντανών, δραστήριων ανθρώπων θα δονούνται ακόμη μέσα από τα λόγια του Στρατή Βακρά, έστω μεταγλωττισμένα να υπάρχουν ως σημείο αναφοράς για την περαιτέρω πορεία των ελλήνων της Αυστραλίας, συνοδευόμενα από το χιούμορ, τον ανθρωπισμό και την αγάπη για τον άνθρωπο που τόσο διακατέχουν τον συγγραφέα.»

Στο τέλος της παρουσίασης ο συγγραφέας Στρατής Βακράς αναφέρθηκε στα γεγονότα εκείνα που τον ώθησαν να γράψει το βιβλίο και έσπευσε να διαβεβαιώσει τους παρευρισκομένους ότι οι κύριοι (αντι)ήρωες του βιβλλιου υπήρξαν αληθινά, γνωστά του πρόσωπα.

Tuesday, March 15, 2011

LETTER TO BISHOP SURIEL OF THE COPTIC CHURCH EXPRESSING SOLIDARITY WITH THE COPTS IN EGYPT


ΜΗΝΥΜΑ ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΝΕΧΟΜΕΝΟ ΔΙΩΓΜΟ ΤΩΝ ΚΟΠΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ

16 Μαρτίου

Προς Θεοφιλέστατον Επίσκοπο Μελβούρνης
Σουριήλ,
Κοπτική Επισκοπή Μελβούρνης
Θεοφιλέστατε,
Με την παρούσα επιστολή, θέλουμε, ζητώντας την ευλογία σας, να εκφράσουμε τη βαθιά μας ανησυχία για την επιδείνουσα κατάσταση που επικρατεί στην Αίγυπτο όσον αφορά το γηγενές της πληθυσμό Κόπτων Χριστιανών.
Η Πανηπειρωτκή Ομοσπονδία Αυστραλίας, ως κύριο αντιπροσωπευτικό όργανο των εν Αυστραλία Ηπειρωτών, αναγωρίζει τον ιδιαίτερα μακρόχρονο δεσμό που συνδέει τους Ηπειρώτες με την Αίγυπτο - ένας θεσμός που έχει διάρκεια αιώνων, εφόσον υπήρχε ακμάζουσα Ηπειρώτικη παροικία στην Αλεξάνδρεια και το Κάϊρο, έως το 1954.
Πόλλοι από τους μεγάλος ευεργέτες του Ελληνικού Έθνους, οι οποίοι συνέβαλαν όσο κανεις άλλος στην αναγέννηση και ανασυγκρότηση της πατρίδς μας, όπως ο Αβέρωφ και ο Τοσίτσας, υπήρξαν Ηπειρώτες που έζησαν και μεγαλούργησαν στην Αίγυπτο. Ακόμη και σήμερα, παραμένει στην Άιγυπτο, ένα μικρό απομεινάρι της ιστορικής Ηπειρώτικης παροικίας.
Με ανησυχία μαθαίνουμε από μέλη της προαναφερθείσας παροικίας στην Αλεξάνδρεια, ότι παρόλο της πτώσης του προηγούμενου καθεστώτος, οι Κόπτες Χριστανοί δεν χαίρουν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα τους και μάλιστα δέχονται επιθέσεις από εξστρεμιστές και τις Αιγυπτακές ένοπλες δυνάμεις, δολοφονούνται, απειλούνται και πυρπολούνται οι εκκλησίες τους, σχεδόν καθημερινώς.
Μας είναι οδυνηρή και απαράδεκτη η σκέψη ότι στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα οι Κόπτες Χριστιανοί δεν βρίσκουν προστασία και καταφύγιο στη χώρα εκείνη όπου προσέφυγε η οικογένεια του Θεανθρώπου ζητώντας καταφύγιο πριν δύο χιλιετίες και ότι σήμερα, στη χώρα όπου διαμορφώθηκε και εξαπλώθηκε η Ορθοδοξία, (η οποία άλλωστε αποτελεί κοινή μας παράδοση) οι Χριστιανοί βρίσκονται ακόμη υπό διωγμό. Επιτέλους θα πρέπει να εξασφαλισθεί η θέση των γηγενών Κόπτων Χριστιανών της Αιγύπτου ως νόμιμο και συστατικό στοιχείο μιας ανανεωμένης Αιγυπτιακής Δημοκρατίας.
Η Ομοσπονδία μας καλεί τόσο το Αυστραλιανό, όσο και το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών να ασκήσουν οποιδήποτε διπλωματκά μέσα έχουν στη διάθεσή τους, ώστε να πιέσουν τις Αιγυτιακές αρχές να αποδόσουν στους Κόπτες όλα τα ανθρώπινα τους δικαιώματα και να εξασφαλίσουν την σωματκή τους ακεραιότητα και ασφάλεια.
Περαιτέρω σας παρακαλούμε όπως μας επιτρέψετε να ενώσουμε τις προσευχές μας με τις δικές σας, υπέρ της ασφάλειας των Κόπτων Χριστιανών στην Άιγυπτο, της αναπάυσεως των ψυχών των θυμάτων του εξτρεμισμού και της ειρήνης για την ευρύτερη περιοχή.

Μετά τιμής,

Κωνσταντίνος Καλυνιός
Γραμματέας.

Tuesday, March 8, 2011

NORTHERN EPIRUS IS NOT A DIRTY WORD


Way back in 1960, just around the time when the leader of the USSR Nikita Khrushchev suggested to the paranoid leader of Stalinist Albania Enver Hoxha that autonomy be granted to Northern Epirus, as the majority population in this region along the border with Greece, was of ethnic Greek origin, George Papandreou, the grandfather of the current Greek Prime Minister, known also by the sobriquet: “Grandfather of the Republic,” said the following in Parliament:
“What all Greek Governments need to know is that the Northern Epirus issue continues to exist. And what should be forbidden down the ages, is the denial of our sacred claims. With regards to Northern Epirus, these claims are sacred and indelible.”
Fast forward some fifty years later to the government of George Papandreou’s grandson and his namesake, and a totally different state of affairs exists. Recently the Greek Consul in the southern city of Korytsa (Korçë), Theodoros Oikonomou-Kamarinos was recalled to Athens in disgrace after mentioning at a meeting celebrating the twentieth anniversary of the founding of the ethnic Greek political party OMONOIA in that city, that “this region is referred to as Northern Epirus,” and that “your grandfathers were Greek.” That the grandfathers of members of the Greek minority in Korytsa were Greek seems axiomatic. During 1914, bloody battles between Greeks and Albanians took place in order to secure the city for the autonomous Greek state of Northern Epirus and Korytsa’s inclusion within that state was agreed to by the Albanian government of the time. Further, between 1916-1918, the region of Korytsa was annexed by Greece and local representatives represented the region in the Greek parliament. As late as 1940, the Greek inhabitants of Korytsa jubilantly welcomed the Greek army into their city, fighting off the Italian invaders. The Greeks are therefore…Greek.
Enver Hoxha did not consider the Greeks of Korytsa to be Greek. When he created a small minority zone – the only region in which the Greek language could be taught or spoken – he made sure to include only one hundred villages along the valley of Dropoli and exclude most Greek inhabited territory from it. As a result, the Greeks of Cheimarra on the west coast, the Greeks of Premeti, Korytsa and Moschopoli were denied education in their language for fifty years. For some strange reason, these Greeks continued to remember that they were Greeks. Paradoxically, considering that they possessed the same culture and history as the Greeks south of the border, they, north of the border, considered themselves to be living in Northern Epirus. Funnily enough, there exist maps and treatises from Roman times that corroborate their claims. Epirus is a geographical and cultural entity that extends from the Ambracic gulf to the gulf of Avlona. It is not, unless defined as such by nation states, a political entity.
The Greek government would disagree. Ever since the PASOK government came to power, it has displayed a marked aversion to use of the term Northern Epirus, despite the fact that this is the term by which Greeks of the region identify themselves. In its inept attempts to pacify and conciliate Albanian governments who from time to time raise irredentist claims concerning western Epirus, the Greek government has taken upon itself the Orwellian task of making use of the term Northern Epirus a thoughtcrime –considering all those who employ it, rabid nationalists.
This could be excusable if successive Greek governments had a coherent policy concerning the Greeks of Northern Epirus and the rest of Albania, but they have, over the decades, proved they have not. Since the eighties, government representatives purported the fiction that Stalinist Albania was a worker’s paradise, that no Greeks lived there and that if they did, they were more privileged than the Greeks in Greece. Consequently in 1987, the official state of war existing between Albania and Greece since the forties was declared over, without the Greek government extracting any concessions as to the protection of human rights of the Greeks in Albania and ever since, Greek government policy in the region could be characterised as a mixture of inept meddling in and undermining the Greek minority’s attempts to organise themselves politically, while making no real attempt to safeguard their rights as a minority.
This deprecating attitude towards Northern Epirus and its people can also be evidenced by Greek consulate representatives here in Australia. In a manner eerily akin to the brave Consul Kamarinos, I was warned by a former Greek Consul-General that I had better: “stop talking about Northern Epirus, or there would be consequences.” Another, relatively benign and friendly Consul General once remarked to me: “So what do you want us to do? To invade Albania, kill the Albanians, and make room for the Northern Epirots?” Try as we might, we have never been able to convince Greek officials that the fact that hundreds of thousands of Greeks just across the border are subject to a corrupt regime that cannot protect and sometimes cynically abrogates basic rights such as the right to free elections, the right to Greek education and the right to non-discrimination is of grave concern. For them, the whole issue is a joke.
Why should Greece attempt to prohibit use of the term “Northern Epirus,” thus denying to its people, the right to self-identification? Why is this term considered offensive and having expansionist connotations when at the same time we freely use terms such as Constantinople (instead of Istanbul), Asia Minor, (instead of Turkiye), or Pontus (instead of Karadeniz Bölgesi), without consideration as to whether these carry similar connotations to a larger and eminently more important neighbour? Obviously this inconsistency can only be explained by cynical, arbitrary policy considerations, not reality.
What the pompous and short-sighted Greek officials who have recalled the feisty and unrepentant Consul Kamarinos to Athens for discipline fail to realise in their arrogance is the fact that for over half a decade, the Greeks of Northern Epirus have been isolated and have stoically retained their Hellenism under the most harrowing conditions – treated as class enemies owing to their bourgeois pursuits and as enemies of the state owing to their ethnic affiliation. These are the descendants of Zappas, Tositsas and so many other benefactors who donated their entire estates towards the construction of the public buildings of Athens and the founding of the modern Greek state. Today, their beneficiaries, the bureaucrats and the politicians show their gratitude by pouring scorn upon their people and abandoning them to their fate, despite their valiant efforts to cling to their identity. They, and those who are concerned for them are, for neo-Hellenes, nothing more than objects of derision.
The arrogance of Greek officials who persecute those of their brethren who seek to encourage and console their compatriots comes at a most crucial point in the history of Northern Epirus. Finally, after years of refusing to do so, the Albanian government is poised to conduct a census that will reveal much about the status of minorities within that country. All Consul Kamarinos wanted to do, was to remind his long suffering compatriots that he recognizes their heritage and encourage them not to be afraid to freely express this. His masters in Athens however, have other ideas, none of them coherent.
What the Greek foreign ministry implies, by its conduct, is that there is no point for Greeks living without the borders of Greece to cling to their traditions and their customs for these are considered quaint by the metropolis and our efforts of no value. If ever the time comes that we will need protection and a voice of support, it is questionable, in the light of the abandonment of the Northern Epirots – a group of people who have contributed to the welfare of Greece far more than us, whether we will find it in our country of origin.
It is sad that there is so much truth in the Cheimarriot folk song: «Τα Γιάννενα ονειρεύονται, η Κρήτη ξαποσταίνει, βουβή η Θεσσαλονίκη, η Αθήνα ξεφαντώνει... Ποιος βογγάει σα να πεθαίνη; -Χειμάρρα, όλορθη.» It is also sad that we, along with brave Consul Kamarinos were led to believe that our culture included values of solidarity, concern and mutual assistance. We have Greek officialdom to thank, for disabusing us of our illusions.

DEAN KALIMNIOU

First published in NKEE on Saturday 5 March 2011

Sunday, March 6, 2011

PFA AT ANTIPODES FESTIVAL







Στις 5-6 Μαρτίου 2011, το κέντρο της Μελβούρνης ντύθηκε στα γαλανόλευκα εφόσον εόρτασε σύσσωμη και ενωμένη η ελληνική παροικία, το αποκριάτικο Φεστιβάλ "Αντίποδες." Η Πανηπειρωτική Ομοσπονδία Αυστραλίας έδωσε το δυναμικό της παρόν στο Φεστιβάλ, σε όλους του τους τομείς. Εν πρώτοις, αξίζει να αναφερθούμε στο λαογραφικό περίπτερό μας, το οποίο απέσπασε το θαυμασμό και τα συγχαρητήρια του κόσμου. Το περίπτερο ήταν αναπαράσταση του παραδοσιακού Ηπειρώτικου σπιτιού.

Στον αργαλειό, που θύμιζε παλιούς αλλά αξέχαστους καιρούς, ύφαινε η κυρία Σταυρούλα επί ώρες, δείχνοντας στους μεταγενέστερους, μια πτυχή της παραδοσιακής ζωής του χωριού που έχει εκλέψει. Επίσης, τα κουδούνια των προβάτων, που άλλωστε ήταν και τα αγαπημένα αντικείμενα των επισκεπτών, σκάφες, αγγιά, παραδοσιακή κάπα του παζαριού, και ακόμη και αντικείμενα ιστορικής αξίας, όπως το γιαταγάνι του Εσάτ πασά, του τελευταίου πασά των Ιωαννίνων -όλα αυτά κατέστησαν το περίπτερό μας σωστό λαογραφικό μουσείο. Οφείλουμε να πούμε ότι εμπνευστές του περίπτερου και κύριοι χορηγοί του είναι το ζεύγος Πορφύρη, τους οποίους και υπερευχαριστούμε για την πολύτιμη τους προσφορά τα προηγούμενα χρόνια, όπου διοργάνωναν αυτοί το περίπτερο και για τη δωρεά προς έκθεση πολλών αντικείμενων. Αναβιώνοντας την παράδοση ήταν οι γενναίοι μας φουστανελοφόροι, ο πατριάρχης των Ηπειρωτών, ο Γιώργος Κωνσταντινίδης, ο οποίος στην όγδοη δεκαετία της ζωής του, έδωσε ιδιαίτερο χρώμα στο περίπτερο, χορεύοντας παραδοσιακούς χορούς με τους επισκέπτες μας και κρούοντας τα κουδούνια. Επίσης αξιόλογος φουστανελλάς, ο πρόεδρος μας ο Δημήτρης Βάρνας, ο οποίος στο κλαρίνο, μαζί με τον Κώστα Δήμου στο ακορντεόν, τον Χαράλαμπο Σιόρο στο ντέφι και το τραγούδι και τον Κώστα Kαλυμνιό στο βιολί, σχηματίστηκε η Ηπειρώτικη κομπανία, η οποία διασκέδασε τους παρευρισκόμενους με παραδοσιακή Ηπειρώτική μουσική.Εντύπωση μας έκανε επίσης η προσέλευση πολλών ξένων συμπολιτών, οι οποίοι ήθελαν να μάθουν για την Ήπειρο, εξέτσαν τα εκθέματά μας με ενδιαφέρον και μας έκαναν πολλές ερωτήσεις. Ήταν μια μοναδική ευκαιρία να εκθέσουμε τον πολιτισμό μας και την ιστορία μας στην ευρύτερη Αυστραλιανή κοινωνία. Διότι αυτό είναι που στιγματιζει πραγματικά ένα πετυχημένο Φεστιβάλ: το οποίο πρέπει να εξυπηρετει δύο σκοπούς -να διασκεδάζει τους έλληνες αλλά και να προβάλλει τον πολιτισμό μας στους ξένους.


Αυτό πιστεύουμε ότι το πετύχαμε το Σαββατοκύριακό που πέρασε. Ήταν πάμπολλοι οι Κινέζοι και Άραβες φοιτητές που μας προσέγγισαν και συζήτησαν μαζί μας, διάφορα θέματα γύρω από την ιστορία της Ηπειρου. πολλοί Κινέζοι βρήκαν κοινά σημεία στα μουσικά ακούσματα των μουσικών παραδόσεων -κάτι που δεν είναι καθόλου πράξενο, εφόσον βασίζονται και οι δυο στην πεντατονική κλίμακα. Οι δε Άραβες, συνέκριναν τα παραδοσιακά σκεύη με τα δικά τους και ζητούσαν πληροφορίες για το τζαμί των Ιωαννίνων.

Ήταν ενδιαφέρον επίσης το να παρατηρέι κανείς τις εντυπώσεις των συμπαροίκων μας, όλων των ηλικιών. Οι νέοι Αυστραλογεννημένοι έλληνες σχεδόν όλοι τους πέρασαν από μπροστά αδιάφοροι. Έβλεπε κανεις στο πρόσωπό τους ένα αισθημα ντροπής ή απειλής. Πολλά μικρά παιδιά, όταν οι μητέρεες τους ήθελαν να τα φωτογραφήσουν μπροστά από το περίπτερο έμπηξαν στα κλάματα και αρνιούνταν να πλησιάσουν, ενώ τα παιδιά άλλων εθνικοτήτων φωτογραφίζονταν με χαρά και ενθουσιασμό. Εδώ μπορεί κανεις να εντοπίσει τις ρίζες ενος κόμπλεξ που κάνει πολλά ελληνόπουλα της νέας γενιάς να ντρέπονται για την καταγωγή τους. Είμαστε περίφανοι για τα νεαρά μέλη μας, διότι αποτελούν εξαίρεση του κανόνος. όπως τόνισε ο γραμματέας της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδιας Αυστραλίας Κώστας Καλυμνιός σε συνέντευξη που έδωσε στον κρατικό ραδιοσταθμό SBS, η ιδιέα του πολυπολιτισμού σημαινει να μπορεί κανείς να περπατά στο κέντο της πόλης ντυμένος με την εθνική του ενδυμασία, άφοβα και με περιφάνεια. Πώς αλλιώς άλλωστε θα διατηρήσουμε την ταυτότητά μας;

Αυτό που μας χαροποίησε ιδιαίτερα, ήταν η πανηγυρική ατμόσφαιρα που επικρατούσε στην πλατεία Marble Centre. Συμμετείχαμε όλοι στην αναβίωση πολλών εθίμων, γλεντήσαμε, χορέψαμε και διασκεδάσαμε με την καρδιά μας.


Επίσης, μέλης της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδιας Αυστραλίας συμμετείχαν στην παρέλαση των μασκοφόρων και μεταμφιεσμένων παιδιων, συνοδέυοντάς τους στην κύρια σκηνή με παραδοσικά όργανα.

Ο γραμματέας της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας Αυαστραλίας υπήρξε επίσης ένας απο τους διατητές του δημοφιλέστατου και πλέον καθιερωμενου αγώνος χορού του Ζορμπά.

Ἐνα πάρα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο του φετινού Φεστιβάλ ήταν η έκθεση διάφορων παραδοσιακών εδεσμάτων και φαγητών. Οι κυρίες της Πανηπειρωτικής Ομοσπονδίας Αυστραλίας συμμετειχαν ενεργά σε αυτή την προσπάθεια, ανακαλύπτνοντας στο κοινό, τα μυστικά της κατασκευής της Ηπειρώτικης πίτας. Ευχαριστούμε ιδιαίτερα, την κυρία Σταυρούλα, τη Σοφία Βάρνα, την Ελένη Καλυμνιού, τη Βασιλική Αναγνώστου και την Μαρία Καλαϊτζή για την βοήθειά τους.


Του χρόνου, προσβλέπουμε σε μία ακόμη πιο πλούσια, βελτιωμένη και πολύπτυχη συμμετοχή της Ομοσπονδίας μας στο Φεστιβάλ. Ευχαριστούμε την Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα Μελβούρνης για την όλη διοργάνωση και τη βοήθειά της και συγχαίρουμε του νέους διοργανωτές Λεωνίδα Βλαχάκη και Τάμυ Ηλιού για την άψογη διοργάνωση και το επίτευγμά τους.

Monday, February 21, 2011

NORTHERN EPIRUS IS NOT A DIRTY WORD

Way back in 1960, just around the time when the leader of the USSR Nikita Khrushchev suggested to the paranoid leader of Stalinist Albania Enver Hoxha that autonomy be granted to Northern Epirus, as the majority population in this region along the border with Greece, was of ethnic Greek origin, George Papandreou, the grandfather of the current Greek Prime Minister, known also by the sobriquet: “Grandfather of the Republic,” said the following in Parliament:
“What all Greek Governments need to know is that the Northern Epirus issue continues to exist. And what should be forbidden down the ages, is the denial of our sacred claims. With regards to Northern Epirus, these claims are sacred and indelible.”
Fast forward some fifty years later to the government of George Papandreou’s grandson and his namesake, and a totally different state of affairs exists. Recently the Greek Consul in the southern city of Korytsa (Korçë), Theodoros Oikonomou-Kamarinos was recalled to Athens in disgrace after mentioning at a meeting celebrating the twentieth anniversary of the founding of the ethnic Greek political party OMONOIA in that city, that “this region is referred to as Northern Epirus,” and that “your grandfathers were Greek.” That the grandfathers of members of the Greek minority in Korytsa were Greek seems axiomatic. During 1914, bloody battles between Greeks and Albanians took place in order to secure the city for the autonomous Greek state of Northern Epirus and Korytsa’s inclusion within that state was agreed to by the Albanian government of the time. Further, between 1916-1918, the region of Korytsa was annexed by Greece and local representatives represented the region in the Greek parliament. As late as 1940, the Greek inhabitants of Korytsa jubilantly welcomed the Greek army into their city, fighting off the Italian invaders. The Greeks are therefore…Greek.
Enver Hoxha did not consider the Greeks of Korytsa to be Greek. When he created a small minority zone – the only region in which the Greek language could be taught or spoken – he made sure to include only one hundred villages along the valley of Dropoli and exclude most Greek inhabited territory from it. As a result, the Greeks of Cheimarra on the west coast, the Greeks of Premeti, Korytsa and Moschopoli were denied education in their language for fifty years. For some strange reason, these Greeks continued to remember that they were Greeks. Paradoxically, considering that they possessed the same culture and history as the Greeks south of the border, they, north of the border, considered themselves to be living in Northern Epirus. Funnily enough, there exist maps and treatises from Roman times that corroborate their claims. Epirus is a geographical and cultural entity that extends from the Ambracic gulf to the gulf of Avlona. It is not, unless defined as such by nation states, a political entity.
The Greek government would disagree. Ever since the PASOK government came to power, it has displayed a marked aversion to use of the term Northern Epirus, despite the fact that this is the term by which Greeks of the region identify themselves. In its inept attempts to pacify and conciliate Albanian governments who from time to time raise irredentist claims concerning western Epirus, the Greek government has taken upon itself the Orwellian task of making use of the term Northern Epirus a thoughtcrime –considering all those who employ it, rabid nationalists.
This could be excusable if successive Greek governments had a coherent policy concerning the Greeks of Northern Epirus and the rest of Albania, but they have, over the decades, proved they have not. Since the eighties, government representatives purported the fiction that Stalinist Albania was a worker’s paradise, that no Greeks lived there and that if they did, they were more privileged than the Greeks in Greece. Consequently in 1987, the official state of war existing between Albania and Greece since the forties was declared over, without the Greek government extracting any concessions as to the protection of human rights of the Greeks in Albania and ever since, Greek government policy in the region could be characterised as a mixture of inept meddling in and undermining the Greek minority’s attempts to organise themselves politically, while making no real attempt to safeguard their rights as a minority.
This deprecating attitude towards Northern Epirus and its people can also be evidenced by Greek consulate representatives here in Australia. In a manner eerily akin to the brave Consul Kamarinos, I was warned by a former Greek Consul-General that I had better: “stop talking about Northern Epirus, or there would be consequences.” Another, relatively benign and friendly Consul General once remarked to me: “So what do you want us to do? To invade Albania, kill the Albanians, and make room for the Northern Epirots?” Try as we might, we have never been able to convince Greek officials that the fact that hundreds of thousands of Greeks just across the border are subject to a corrupt regime that cannot protect and sometimes cynically abrogates basic rights such as the right to free elections, the right to Greek education and the right to non-discrimination is of grave concern. For them, the whole issue is a joke.
Why should Greece attempt to prohibit use of the term “Northern Epirus,” thus denying to its people, the right to self-identification? Why is this term considered offensive and having expansionist connotations when at the same time we freely use terms such as Constantinople (instead of Istanbul), Asia Minor, (instead of Turkiye), or Pontus (instead of Karadeniz Bölgesi), without consideration as to whether these carry similar connotations to a larger and eminently more important neighbour? Obviously this inconsistency can only be explained by cynical, arbitrary policy considerations, not reality.
What the pompous and short-sighted Greek officials who have recalled the feisty and unrepentant Consul Kamarinos to Athens for discipline fail to realise in their arrogance is the fact that for over half a decade, the Greeks of Northern Epirus have been isolated and have stoically retained their Hellenism under the most harrowing conditions – treated as class enemies owing to their bourgeois pursuits and as enemies of the state owing to their ethnic affiliation. These are the descendants of Zappas, Tositsas and so many other benefactors who donated their entire estates towards the construction of the public buildings of Athens and the founding of the modern Greek state. Today, their beneficiaries, the bureaucrats and the politicians show their gratitude by pouring scorn upon their people and abandoning them to their fate, despite their valiant efforts to cling to their identity. They, and those who are concerned for them are, for neo-Hellenes, nothing more than objects of derision.
The arrogance of Greek officials who persecute those of their brethren who seek to encourage and console their compatriots comes at a most crucial point in the history of Northern Epirus. Finally, after years of refusing to do so, the Albanian government is poised to conduct a census that will reveal much about the status of minorities within that country. All Consul Kamarinos wanted to do, was to remind his long suffering compatriots that he recognizes their heritage and encourage them not to be afraid to freely express this. His masters in Athens however, have other ideas, none of them coherent.
What the Greek foreign ministry implies, by its conduct, is that there is no point for Greeks living without the borders of Greece to cling to their traditions and their customs for these are considered quaint by the metropolis and our efforts of no value. If ever the time comes that we will need protection and a voice of support, it is questionable, in the light of the abandonment of the Northern Epirots – a group of people who have contributed to the welfare of Greece far more than us, whether we will find it in our country of origin.
It is sad that there is so much truth in the Cheimarriot folk song: «Τα Γιάννενα ονειρεύονται, η Κρήτη ξαποσταίνει, βουβή η Θεσσαλονίκη, η Αθήνα ξεφαντώνει... Ποιος βογγάει σα να πεθαίνη; -Χειμάρρα, όλορθη.» It is also sad that we, along with brave Consul Kamarinos were led to believe that our culture included values of solidarity, concern and mutual assistance. We have Greek officialdom to thank, for disabusing us of our illusions.

Ανακληθηκε ο πρόξενος Κορυτσάς επειδή χρησιμοποίησε τον όρο "Βόρειος Ήπειρος!"

Η Πανηπειρωτική Ομοσπονδία Αυστραλίας και οι κάτωθι οργανώσεις καταδικάζουν την πρόσφατη ανάκληση του προξένου της Ελλάδας στην Κορυτσά κ. Θεόδωρο Οικονόμου- Καμαρινό στηνΑθήνα, επειδή σε εκδήλωση της οργάνωσης της ελληνικής μειονότητας "ΟΜΟΝΟΙΑΣ", μιλώντας σε μέλη της ελληνικής μειονότηταςχρησιμοποίησε φράσεις όπως «την περιοχή αυτή την αποκαλούμε ΒόρειοΉπειρο», και «οι παππούδες σας ήταν έλληνες.»
Θεωρούμε την αντίδραση αυτή από το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας υπερβολική, εφόσον ο πρόξενος εξέφρασε ιστορικέςαλήθειες οι οποίες δεν σχετίζονται με τις διμερείς σχέσεις Ελλάδας-Αλβανίας.
Είναι παράλογο να θεωρείται η χρήση του όρου «Βόρειος Ήπειρος» - καθοριστικήμιας γεωγραφικής περιοχής αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την τρισχιλετή παρουσίαελλήνων -ως πρόκληση όταν ταυτόχρονα χρησιμοποιούνται από επίσημα όργανατου Κράτους όροι όπως «Κωνσταντινούπολη,» «Μικρά Ασία,»και «Πόντος» χωρίςκαμία απολύτως διένεξη ή κύρωση. Επικροτούμε την διευκρίνιση του προξένου Θεόδωρου Οικονόμου- Καμαρινού ότιστην ομιλία του δεν εννοούσε τίποτε περισσότερο από αυτό που περιγράφει το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας του 1914 και ότι σε καμμία περίπτωση δεν παρακίνησετην μειονότητα να διεκδικήσει εδάφη, αλλά μόνο τα δικαιώματα της, και ότικάλεσε μάλιστα όλους τους Ελληνες της περιοχής να σπεύσουν ομαδικά στηνΑπογραφή και να δηλώσουν την Ελληνικότητά τους.
Η ανάκληση του προξένου, η οποία διαδραματίζεται σε περίοδο κρίσμη για τονελληνισμό της Βορείου Ηπείρου και ολόκληρης της Αλβανίας, εν όψει της επικείμενηςαπογραφής του πληθυσμού της χώρας σίγουρα στέλνει συγκεχυμένα μηνύματα στηνταλαιπωρημένη ελληνική μειονότητα, οι οποία αγωνίζεται υπό δυσχερέστατεςσυνθήκες να διατηρίσει την εθνική της ταυτότητα στις προαιώνιες εστίεςτης. Καλούμε το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας, να αναθεωρήσει την αντίδρασήτης και αντί του υπερβολικού της ενδιαφέροντός για τα λόγια του προξένου Κορυτσάς, να δείξει περισσότερη κατανόηση και ενδιαφέρον για τα προβλήματαπου αντιμετωπίζουν οι γηγενεις έλληνες της Βορείου Ηπείρου και ολόκληρηςτης Αλβανίας.

Κωνσταντίνος Καλυμνιός
Γραμματέας.

Παναγιώτης Ιασωνίδης - Συντονιστής Εθνικού Συμβουλίου Αυστραλίας
Δημήτρης Μηνάς Πρόεδρος Παμμακεδονικής Ένωσης Μελβούρνης
Κωνσταντίνος Προκοπίου -Συντονιστική Επιτροπή Κυπριακού Αγώνος
Γιάννης Ευκαρπίδης –Πρόεδρος Ομοσπονδίας Ποντιακών Σωματείων Αυστραλίας
Σπύρος Ρομποτής -Πρόεδρος Λευκαδιακή Αδελφότητα Μελβούρνης
Νικόλαος Κρικέλης, Πρόεδρος Ποντιακής Εστίας
Σωτήρης Μουρτζέας, Πρόεδρος Παν-Μανιάτικης Ένωσης Μελβούρνης